- μύρινος
- μύρινοςmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μύρινος — Έλληνας ποιητής, που δεν είναι γνωστό σε ποια εποχή έζησε. Διασώθηκαν διάφορα επιγράμματα του, μεταξύ των οποίων το Ανάθημα τοις Πασί Διοτίμου και το συμποτικό Εις γραίαν. * * * μύρινος, ὁ (Α) είδος θαλάσσιου ιχθύος. [ΕΤΥΜΟΛ. Άλλη γραφή τού… … Dictionary of Greek
μυρίνου — μύρινος masc gen sg μυρίνης sweet wine masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μυρίνων — μύρινος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ՄԻՒՌԻՆԷՍ — ( ) NBH 2 0282 Chronological Sequence: 8c գ. Բառ յն. մի՛ռինօս. μυρίνος myrinus. Անուն ձկան. *Ասեն զօձէ, եթէ ընդ միւռինէս զեռնոյ՝ որ ʼի ծովու է, ʼի խառնակումն մերձաւորութեան. Ղեւոնդ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ՄՈՐԷ — (րէք.) NBH 2 0298 Chronological Sequence: 5c գ. μυρίνος myrinus. ռմկ. մորենա կամ մուռենա. մէրսին պալըզը. (Իսկ μυρίκη myrtus. մէրսին աղաճը. է մրտենի. որպէս մեռոնահոտ.) *Ձու, ձուկն, կաթն, խեր, եւ ձկան մորէ. Մանդ. լ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)